ψευδώνυμο

ψευδώνυμο
το
φανταστικό ονοματεπώνυμο που χρησιμοποιείται από συγγραφείς και καλλιτέχνες: Ίδας ήταν το ψευδώνυμο του Ίωνα Δραγούμη.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ψευδώνυμο — το, Ν βλ. ψευδώνυμος …   Dictionary of Greek

  • ανώνυμο ή ψευδώνυμο έργο — Τα αρχαιότερα λογοτεχνικά έργα δεν αναφέρουν το όνομα του συγγραφέα, ακόμα και αν σε μερικές περιπτώσεις είναι δυνατόν να διαπιστωθούν μέσα σε αυτά εκδηλώσεις που ανάγονται στην παρέμβαση μιας προσωπικότητας αξίας. Μέσα σε ένα τέτοιο πολιτιστικό… …   Dictionary of Greek

  • Περραιβός, Χριστόφορος — (ψευδώνυμο του Χρυσάφη Χατζηβασίλη, Πάνω Πούρλες Ολύμπου 1773 – Αθήνα 1863). Συνεργάτης του Ρήγα, Φιλικός, αγωνιστής της Επανάστασης του ’21, στρατηγός κατόπιν και αξιόλογος ιστορικός συγγραφέας Γύρω από τη ζωή του, τη δράση του και το συγγραφικό …   Dictionary of Greek

  • Ανώνυμος ο Έλλην — Ψευδώνυμο του συγγραφέα της Ελληνικής Νομαρχίας. Πολλές εικασίες έχουν γίνει για το αληθινό όνομα του συγγραφέα. Ο Ν. Τωμαδάκης, για παράδειγμα, θεωρεί συγγραφέα του τον Σπάχο, ο Γ. Βαλέτας τον Πασχάλη Δονά και άλλοι τον Ιωάννη Κωλέττη …   Dictionary of Greek

  • Ιλφ-Πετρόφ — Ψευδώνυμο ζεύγους Ρώσων συγγραφέων, του Ιλιά Φάινζιλμπεργκ (Ilya Arnoldovich Fainzilberg, Οδησσός 1897 – Μόσχα 1937) και του Γιεβγκένι Κατάεβ (Yevgeny Petrovich Katayev, Οδησσός 1903 – Σεβαστούπολη 1942). Έγραψαν μαζί μυθιστορήματα και διηγήματα …   Dictionary of Greek

  • Πιλνιάκ, Μπορίς Αντρέγεβιτς — (ψευδώνυμο του Μπορίς Αντρέγεβιτς Βογκάου, Μοζαΐσκ, Μόσχα 1894; – 1937;). Ρώσος συγγραφέας. Ταξίδεψε πολύ και έζησε στη Γερμανία, την Αγγλία και τις ΗΠΑ. Έκανε την πρώτη του εμφάνιση το 1915 με μερικά διηγήματα που μαρτυρούσαν την επίδραση του… …   Dictionary of Greek

  • Σβερνλόφ, Γιάκομπ Μιχαήλοβιτς — Ψευδώνυμο του Αντρέι Μαξ, Ρώσου πολιτικού (1885 1919). Καταγόταν από οικογένεια βιοτεχνών. Το 1900 εργαζόταν σε φαρμακείο. Το 1901 εκτοπίστηκε από το Κάτω Νόβγκοροντ όπου ζούσε και το 1904 πέρασε στην παρανομία. Το 1905, ως μέλος πια του… …   Dictionary of Greek

  • Σεστώφ, Λεφ — Ψευδώνυμο του Ρώσου φιλόσοφου Λεφ Ισαάκοβιτς Σβάρτσμαν (Κίεβο 1866 Παρίσι 1938). Σπούδασε στη Μόσχα και στην τότε Πετρούπολη και μετά την Επανάσταση εγκαταστάθηκε στο Παρίσι. Από τα έργα του πρέπει ιδιαίτερα να αναφερθούν τα Ντοστογιέφσκι και… …   Dictionary of Greek

  • Σκληρός, Γεώργιος — Ψευδώνυμο του γιατρού και κοινωνιολόγου Γ. Κωνσταντινίδη (Τραπεζούντα 1875 Αίγυπτος 1919). Ο Σ. σπούδασε ιατρική και βιολογία στην Ιένα της Γερμανίας, απ’ όπου πήγε στη Ρωσία. Εκεί, όπως φημολογείται, παρακολούθησε μαθήματα φιλολογίας. Από τη… …   Dictionary of Greek

  • Σόλομ - Αλέιχεμ — Ψευδώνυμο του Εβραίου συγγραφέα Σόλομ Νοχούμοβιτς Ραμπινόβιτς (1859 1916). Φοίτησε σε εβραϊκό σχολείο στοιχειώδους εκπαίδευσης και σε ρωσική μέση σχολή στο Περεγιασλάβ. Έγραψε στην εβραϊκή, τη γιντίς και στη ρώσικη γλώσσα. Στις αρχές της… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”